Καθὼς ἦταν καὶ ἀπὸ γένος διακεκριμένο, εἵλκυσε τὴν εὔνοια τοῦ αὐτοκράτορος Καρίνου, ποὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξε σὰν στρατιωτικό. Ἔπειτα, ὁ Διοκλητιανὸς τὸν ἔκανε ἀρχηγὸ τοῦ πρώτου συντάγματος τῶν Πραιτοριανῶν.
Φιλάνθρωπη ψυχὴ ὁ Σεβαστιανός, ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων χριστιανῶν. Πρόθυμα ἐπίσης, βοηθοῦσε στὶς ἀνάγκες τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ πάπας Γάϊος τοῦ ἀπένειμε τὸν τίτλο τοῦ ὑπερασπιστὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅταν ὅμως ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, συνελήφθη μία ὁμάδα χριστιανῶν. Ὁ Σεβαστιανός, προκειμένου νὰ τοὺς ἐμψυχώσει τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ δικάζονταν, πρὸς γενικὴ κατάπληξη ὅλων δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανός. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν θάνατό του. Καὶ ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄργησε νὰ πέσει κάτω, τρυπημένος στὸ στῆθος ἀπὸ βέλος. Τὸ σῶμα του παρέλαβε κάποια εὐσεβὴς χήρα, ἡ Λουκίνα. Διαπίστωσε ὅμως, ὅτι ἀνέπνεε ἀκόμα.
Ἀφοῦ τὸν περιποιήθηκε, μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ Σεβαστιανὸς ἀνέκτησε τὴν ὑγεία του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐπεδίωξε καὶ συνάντησε τὸν Διοκλητιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴ σκληρότητά του. Τότε αὐτὸς διέταξε καὶ τὸν μαστίγωσαν μέχρι θανάτου.
Ἔτσι, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε παράδειγμα ἀγωνιστικότητας γιὰ τὴν πίστη «ἄχρι θανάτου».